Skip to content

🤙 Σαν το newsletter... δεν έχει!

Το άρθρο αυτό είναι ένα μικρό κομμάτι από την Checklist, ένα newsletter που βάζει τα πράγματα σε μια σειρά.

Για να διαβάζεις κι εσύ ένα νέο άρθρο κάθε δύο εβδομάδες, με θέμα την παραγωγικότητα, τη διαχείριση χρόνου, τη ζωή στο εξωτερικό και πολλά άλλα, κάνε εγγραφή εδώ:

Το άρθρο είναι διαθέσιμο και σε μορφή podcast. Για να το ακούσετε, κάντε κλικ στον παραπάνω player, ή σε αυτό το link.

Γύρω στα 22 μου έφτιαξα μια λίστα με τίτλο: ”Οι άνθρωποι που νοιάζονται για μένα”.

Περνούσα τότε μια παράξενη φάση (όπως πάντα) όπου ξεσκαρτάριζα τις σχέσεις και τις φιλίες μου, και ήθελα να μετρήσω το πόσοι ήταν οι άνθρωποι για τους οποίους είχα πραγματικά σημασία.

Θυμάμαι πως, τότε, η λίστα μου γέμιζε τις μισές σειρές μιας σελίδας του τετραδίου.

Έξι χρόνια αργότερα, όταν έμενα πια στο Βερολίνο, έφτιαξα ξανά την ίδια λίστα. Αυτή τη φορά, ήταν μικρότερη. Οι γονείς μου και ο αδερφός μου ήταν ξανά εκεί, αλλά οι γιαγιάδες μου δεν υπήρχαν πια. Έτσι ήταν η ζωή.

Από τη λίστα, όμως, έλειπαν και άλλοι: ο ως τότε κολλητός μου είχε δώσει τη θέση του σε έναν άλλο, τους περισσότερους από τους “φίλους” μου είχα να τους μιλήσω μήνες και δύο-τρεις από τις (μέχρι πρότινος) καλές μου φίλες ίσως να μην είχαν πια ούτε το κινητό μου.

Κι από τότε, έχουν περάσει άλλα έξι χρόνια. Στα τριανταδύο μου πια, έχω μάθει να δέχομαι, σχεδόν παθητικά, την συνεχή ροή της ζωής, με τις αλλαγές που φέρνει. Κοιτάζοντας όμως πίσω, έχω την αίσθηση ότι χάνω κάποια λεπτομέρεια. Σαν τα πράγματα να αλλάξαν λίγο πιο γρήγορα από ότι προλάβαινε το μυαλό μου να συνειδητοποιήσει - και μέσα μου γεννιέται ένα μικρό ερώτημα:

Αλήθεια, που πηγαίνουν οι φίλοι, όταν χάνονται; (Σημείωση: Δεν θυμίζει τίτλο τραγουδιού των Πυξ Λαξ; Λολ...)

Κι αλήθεια, ποιούς θα συμπεριλάμβανε σήμερα μια τέτοια λίστα;

Ο άπιστος της φιλίας

Μεγάλωσα με έναν πατέρα που μου έλεγε κατά λέξη: «Δεν πιστεύω στην φιλία».

Σαν αγοράκι που αντέγραφα τον πατέρα μου στα πάντα, είχα υιοθετήσει την ίδια άποψη, χωρίς όμως να την καταλαβαίνω πραγματικά. Εκείνον τον καιρό, θυμάμαι να βλέπω στην τηλεόραση τα παιδικά καρτούν, με τη συνεχή προπαγάνδα υπέρ της φιλίας, με ατάκες όπως: «Νικήσαμε με τη δύναμη της φιλίας» ή «Η φιλία είναι το σημαντικότερο πράγμα». Ή θυμάμαι τους συμμαθητές μου στο δημοτικό να μαζεύονται σε κλίκες των δεκαπέντε ατόμων και να μοιράζονται λευκώματα με τα μυστικά τους.

Νομίζω πως όταν μια φορά τους είπα την άποψη του πατέρα μου, με κοίταξαν σαν να ήμουν εξωγήινος, ή κάποιος λεπρός της ηθικής - και τέλος πάντων, μου έκαναν ξεκάθαρο ότι το πρόβλημα το είχα εγώ που δεν καταλάβαινα το μεγαλείο της «φιλίας» τους.

Τελικά, τα χρόνια περάσαν και είδα τους ίδιους ανθρώπους που ως παιδιά με κοιτούσαν στραβά, να μεγαλώνουν και να χάνονται κι εκείνοι από όσους οι ίδιοι θεωρούσαν φίλους, ακριβώς όπως συνέβη και σε εμένα.

Ακόμη περισσότερο, όμως, ποτέ δεν θυμάμαι να τους είδα να φτιάχνουν τις δυνατές σχέσεις φιλίας που εγώ, ο παρίας της φιλίας, τελικά κατάφερα να ζήσω. Γιατί για εμένα, τον μέχρι πρότινος “κυνικό”, οι φιλίες μου δεν ήταν επιφανειακές κλίκες που βασίζονταν απλώς σε έναν παροδικό συμβιβασμό. Οι δικές μου σημαντικές φιλίες, ήταν σπάνιες συναντήσεις μεταξύ ανθρώπων, που χάραζαν βαθιά μια περίοδο της ζωής μου.

Αν και, για να είμαστε δίκαιοι, τόσο οι δικές μου φιλίες, όσο και των άλλων, με τον ίδιο τρόπο εξαφανίστηκαν στο τέλος - αλλά αυτό θα το συζητήσουμε μετά.

Έτσι, κατέληξα να διαχωρίσω τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες: Αυτούς που έκαναν εύκολα παρέα με όποιον τύχαινε, αρκεί να κάλυπτε μερικές βασικές προϋποθέσεις. Και αυτούς για τους οποίους μια σχέση φιλίας ήταν ένα σημαντικό, σπάνιο γεγονός, το οποίο μπορούσε να συμβεί μονάχα εάν υπήρχαν οι σπάνιες προϋποθέσεις: Με βασικότερη, το να θεωρούν και τα δύο πρόσωπα τη φιλία ως κάτι το ξεχωριστό.

Αυτό το είδος μπορώ να το πω και «ευαίσθητους» ανθρώπους, με την έννοια του να έχουν μια βαθιά ευαισθησία για πράγματα που σε άλλους φαίνονται αδιάφορα. Ανθρώπους που φεύγουν από την επιφάνεια του «χαχαχούχα» και θέλουν να κοιτάξουν πιο βαθιά, σε αυτό που λέμε «ποιότητα» ενός ανθρώπου.

Μέσα σε αυτά τα χρόνια, ήμουν τυχερός να έχω φτιάξει σπάνιες, βαθιές σχέσεις φιλίας με τουλάχιστον τρία άτομα. Εννοώ, να έχουμε ζήσει μαζί εμπειρίες. Να έχουμε ανοίξει τα εσώψυχά μας, τα όνειρά μας. Να έχουμε φάει μαζί ψωμί κι αλάτι. Αυτό που λέμε κολλητός ή αδερφικός φίλος.

Όπως, επίσης, είχα και καμιά δεκαριά ακόμη φιλίες, πιο χαλαρές μεν, αλλά που, από την πλευρά μου τουλάχιστον, θεωρώ πως είχαν ένα κάποιο βάθος.

Όλες τους, όμως, σήμερα έχουν χαθεί. Τόσο οι αδερφικές φιλίες όσο και οι πιο χαλαρές. (Σχεδόν) κανένας από όλους αυτούς τους σημαντικούς μου φίλους, δεν είναι πια κομμάτι της ζωής μου.

Θα εξηγήσω το γιατί, ξεκινώντας από τη δεύτερη, την πιο “λάιτ” κατηγορία.

Οι φίλοι-λάιτ

Η επόμενη ιστορία έχει να κάνει με μια παλιά μου φίλη. Περάσαμε αρκετά χρόνια μαζί, στην πόλη όπου σπουδάσαμε, βγαίναμε συχνά, επικοινωνούσαμε, ήμασταν ακόμη και από το ίδιο μέρος. Γενικά, περνούσαμε καλά, και τη θεωρούσα δικό μου άνθρωπο.

Κάποια στιγμή, κάνα χρόνο αφότου είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο, εκεί που βγαίναμε συχνά για καφέ, άρχισε να έχει συνέχεια “υποχρεώσεις”. Της έστειλα ξανά, δύο τρεις φορές ακόμη, μέχρι που “πήρα το μήνυμα” και σταμάτησα να στέλνω.

Τα αίτια τα αφήνω απ’ έξω, γιατί είναι πραγματικά underwhelming, αλλά το ενδιαφέρον είναι πως, για πολλά χρόνια μετά από αυτό, παρά το ότι είχαμε κυριολεκτικά χαθεί, αυτή η πρώην φίλη μου συνέχιζε να μου στέλνει μηνύματα με “χρόνια πολλά” σε κάθε μου γιορτή και γενέθλια.

Φυσικά, μπορούσε πάντα να μου στείλει ένα απλό μήνυμα για να τα πούμε, αλλά δεν το έκανε.

Λίγα χρόνια μετά, ένα καλοκαίρι, την πέτυχα τυχαία σε ένα μαγαζί στο χωριό μου. Αφού με είδε, ήρθε στο τραπέζι μου για να με χαιρετίσει και αφού είπαμε δύο-τρεις γενικούρες, μου πρότεινε να κανονίσουμε καφέ. Της είπα εντάξει, και της ζήτησα να μου στείλει όποτε εκείνη μπορούσε, αφού εγώ είχα πολύ άνετο πρόγραμμα.

Τελικά, μήνυμα δεν ήρθε ποτέ. Ένα χρόνο μετά, στις επόμενες διακοπές νομίζω, την πέτυχα ξανά στο χωριό μου, ένα βράδυ σε ένα μπαρ. Λίγες μέρες νωρίτερα, μου είχε στείλει ξανά μήνυμα για τη γιορτή μου. Από περιέργεια και μόνο, την πλησίασα και της έπιασα για λίγο την κουβέντα. Αποφάσισα πως, αφού δεν επρόκειτο ποτέ να κανονίσουμε για καφέ, θα μπορούσα να της μιλήσω εκεί για λίγο.

Μετά από τις κλασικές χαιρετούρες και τα status updates για τη ζωή μας, όπως «για το που πήγε ταξιδάκι με το αίσθημα» και το «πού βρισκόμουν εγώ εκείνον τον καιρό», υπήρξε μια πολύ άβολη σιγή. Για να σπάσει την αμηχανία, αυτή άρχισε να μου λέει κάτι κουτσομπολιά για κάτι παλιά πρόσωπα, από τότε που σπουδάζαμε μαζί, που δεν με ενδιέφεραν καθόλου. Εγώ δεν είχα τίποτε άλλο να πω. Της χαμογέλασα, την χαιρέτησα και γύρισα πίσω στο τραπέζι μου.

Ήπια μια γουλιά από την μπύρα μου και εστίασα στο άβολο συναίσθημα που με είχε γεμίσει. Στην πραγματικότητα, αυτή την κοπέλα με την οποία είχα μόλις μιλήσει, δεν τη γνώριζα. Ήμασταν πια δύο ξένοι, που το μόνο που ίσως μας ένωνε, ήταν αυτές οι παλιές αναμνήσεις από αδιάφορα κουτσομπολιά για αδιάφορους αποτυχημένους του παρελθόντος - με όση σημασία θα μπορούσαν να έχουν για τον καθένα από εμάς.

Από εκείνο το βράδυ, σταμάτησαν να έρχονται και τα μηνύματά της σε γιορτές και γενέθλια.

Αυτή ήταν μια χαρακτηριστική περίπτωση από τη “λάιτ” κατηγορία φίλων. Κι αν σε αυτές τις περιπτώσεις η κατάληξη των πραγμάτων ήταν απλώς ενοχλητική, στην άλλη περίπτωση των «πολύ σημαντικών φίλων», η απομάκρυνση ήταν μια σκληρή επιλογή. Εκεί, ακόμη και αν δεν ήμουν συνήθως εγώ αυτός που αρχικά απομακρυνόταν, ήμουν σίγουρα αυτός που αποφάσιζε να δώσει το τελειωτικό χτύπημα του μπαλτά.

Χάνοντας τους κολλητούς σου

Όταν με έναν φίλο σου έχετε γνωρίσει μαζί τις πρώτες σας κοπέλες, με αυτόν να σου κάνει τον εφηβικό wingman…

Όταν έχετε μεγαλώσει μαζί, κάνοντας όνειρα για το μέλλον, για τις κοινές σας δημιουργίες, τις συνεργασίες, τα πράγματα που θα χτίζατε μαζϊ...

Όταν με έναν φίλο σου ταξιδεύεις τον κόσμο, μπαίνεις σε πλοία την τελευταία στιγμή για μακρινά νησιά, κουβαλώντας μια σκηνή στα μπαγκάζια…

Όταν με έναν φίλο σου μοιράζεσαι μαζί μια ζωή, έναν μεγάλο, επαγγελματικό στόχο, τα ρίσκα σου, τους φόβους σου, τις δύσκολες νύχτες που τρέμεις από τον φόβο και το στρες…

Όταν έχεις φτιάξει τέτοιους δεσμούς «αίματος», τότε, όταν η φιλία καταλήξει να κάνει τον κύκλο της, είναι απλώς καταδικασμένη να χαθεί.

Με τους ανθρώπους που έχεις ματώσει μαζί, δεν μπορείς να βρεθείς μετά από χρόνια και να συζητάς για φτηνά κουτσομπολιά. Δεν μπορείς να στέλνεις ψεύτικα «χρόνια πολλά» του χωριάτικου political correctness σε γιορτές και γενέθλια, ούτε να δέχεσαι ή να στέλνεις προσκλητήρια σε γάμους και αρραβώνες, ενώ έχετε να ιδωθείτε χρόνια, ή να μιλάς σε απρόσωπα τσατ και stories για να δίνεις ένα διαδικαστικό update για τη ζωή σου.

Μια αληθινή φιλία περνάει μέσα από τη φωτιά - γι' αυτό και τις περισσότερες φορές θα καταλήξει να καεί. Και όταν αυτό συμβεί δεν πρέπει να προσπαθείς να την αναστήσεις, γιατί στην καλύτερη θα είναι ένα ζόμπι, που θα μυρίζει αποτυχημένο barbeque.

Γι' αυτό και, όταν ένιωθα πως μια τέτοια φιλία είχε κάνει τον κύκλο της, αποφάσιζα να την αφήσω απόλυτα στο παρελθόν. Χωρίς ημίμετρα.

Οι στιγμές που μας καθορίζουν

Πως γίνεται να πιστεύουμε, λοιπόν, πως μια φιλία έχει πιθανότητες να κρατήσει για πάντα; Ίσως από την προπαγάνδα των καρτούν της παιδικής ηλικίας, ή ίσως από τα παιδάκια στο σχολείο που νόμιζαν ότι οι κλίκες τους θα ήταν αιώνιες. Εδώ ρε σεις, η ζωή η ίδια δεν κρατάει για πάντα. Το αντίθετο δηλαδή, κρατάει για πολύ λίγο.

Και μέσα σε αυτή τη ζωή που περνάει τόσο γρήγορα, πόσες στιγμές μπορείς να θυμάσαι ως σημαντικές; Την πρώτη φορά που κατάφερες να κάνεις ποδήλατο. Το πρώτο σου φιλί. Την πρώτη φορά που έμεινες μόνος στο φοιτητικό σου σπίτι. Όλα αυτά ήταν ακριβώς αυτό: Στιγμές. Και αν κρατούσαν πολύ περισσότερο, αν τα τραβούσαμε σαν ένα ζυμάρι από χρόνο για να τα απλώσουμε, θα ήταν απλώς εφιαλτικά: Φαντάσου το πρώτο σου φιλί να κρατούσε για 50 χρόνια, πνιγμένος στο σάλιο με μια κοπελίτσα που θα είχε γίνει γριά μπροστά στα μάτια σου.

Με άλλα λόγια, ίσως ένας δείκτης των πραγματικά καλών πραγμάτων στη ζωή, να είναι πως ποτέ δεν κρατάνε αρκετά για να σου αποκαλύψουν την ματαιότητα πίσω από την επιφάνεια - και έτσι παραμένουν απλώς μαγευτικές στιγμές.

Φυσικά, υπάρχουν και οι φίλοι μιας τρίτης κατηγορίας που δεν ανέφερα. Αυτοί που, όπως πάντα, έρχονται και παρέρχονται. Οι NPCs της ζωής μας. Τα ντεκόρ μιας χρονιάς που δεν ξεχωρίζεις ακόμη και αν στην κάνω άλμπουμ στο Google Photos. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που ούτε εμείς, ούτε εκείνοι, καταφέρνουμε να δούμε βαθιά μέσα στην ψυχή ο ένας του άλλου. Και αργά ή γρήγορα, βλέπεις πως δεν θυμάσαι ούτε το όνομά τους. (Προφανώς, κι εμείς αποτελούμε “φίλους της τρίτης κατηγορίας” για πολλούς άλλους.)

Όπως όταν πρόσφατα περπατούσα στα Γιάννενα, και είδα μια τέτοια φίλη της «τρίτης κλάσης» από παλιά. Μιλούσε στο τηλέφωνο νευρική και αυθόρμητα σήκωσα το χέρι να τη χαιρετίσω. Εκείνη, γύρισε το κεφάλι της από την άλλη μεριά, προς τη μεριά της λίμνης, για να κάνει πως δεν με είδε. (Θα της έπεφτε ο κώλος αν έλεγε ένα "γειά"; Βγάλε άκρη.)

Άρα, που καταλήγουμε; Σε φίλους επιφανειακούς, που πέρασαν και δεν άγγιξαν. Σε φίλους κανονικούς, που άλλαξαν οι δρόμοι μας. Και σε φίλους πραγματικούς, από τους οποίους επιλέγουμε συνειδητά να μείνουμε μακριά, να μην βγούμε ξανά ούτε για “έναν καφέ στο χαλαρό για να πούμε τα νέα μας”, από ιερό σεβασμό απέναντι στις στιγμές που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να υπερβούμε, από φόβο να μη δούμε την ματαιότητα πίσω από την μαγευτική επιφάνεια των αναμνήσεων και να μην εξευτελίσουμε μερικές από τις σπανιότερες αληθινές στιγμές που ζήσαμε με άλλους ανθρώπους.

Τελικά, που πάνε οι φίλοι όταν χάνονται;

Για όσους από εμάς είχαν σημασία, ίσως να καταλήγουν εκεί που χάνονται και όλες μας οι υπόλοιπες αναμνήσεις, όλα τα πράγματα που έχουμε σχεδόν ξεχάσει, αλλά άθελά μας, μας καθορίζουν.


Τη λίστα με τους ανθρώπους που νοιάζονται για μένα, σήμερα γεμίζει μονάχα η κλειστή οικογένειά μου και η κοπέλα μου. Ίσως να έχω ανεβάσει και κατά πολύ τον πήχη για το τι σημαίνει ότι κάποιος «νοιάζεται για μένα». Ίσως μέσα στα χρόνια να έχω κάνει double-down στην ατάκα που άκουγα σαν μικρό παιδί από τον μπαμπά μου.

Σήμερα, όμως, αναρωτιέμαι: Πόσο ευαίσθητο άτομο μπορεί να ήταν τελικά ο πατέρας μου για να καταλήξει σε εκείνη τη φράση; Σίγουρα πολύ περισσότερο από όλα εκείνα τα βόδια που γνώρισε κι αυτός στην παιδική του ηλικία, όπως κι εγώ. Όλους εκείνους τους συναισθηματικά φτωχούς ανθρώπους που περνάνε και χάνονται χωρίς ούτε μια στιγμή να πλησιάσουν μια “αληθινή” στιγμή επικοινωνίας και δεσίματος στη ζωή τους. Σίγουρα πολύ περισσότερο από όσους δεν πίστεψαν ποτέ πραγματικά σε τίποτα, έστω και για μια στιγμή, για να μπορέσουν τελικά να το απομυθοποιήσουν.

Μεγαλώνοντας, το «δεν πιστεύω στην φιλία», από μια παιδική ατάκα-παπαγαλία, έχει μετασχηματιστεί μέσα μου σε κάτι που καταλαβαίνω πολύ καλά. Εγώ, όμως, θα το έλεγα καλύτερα, ως: «δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει η φιλία», τουλάχιστον έτσι όπως την έχω εγώ μέσα μου.

Γιατί αυτό που ξέρω ότι εγώ μπορώ να νιώσω ως "φιλία", είναι μια σχέση χωρίς συμφέροντα. Χωρίς μακροπρόθεσμες στρατηγικές. Χωρίς ψέματα αλλά και χωρίς υπερβολικές απαιτήσεις. Μια ευχάριστη, ανθρώπινη συμβίωση, όπου μοιράζομαι τα όνειρα, βοηθάω και βοηθιέμαι όσο πιο πολύ μπορώ. Και όπου χαίρομαι για την χαρά του άλλου.

Όμως, τελικά, δεν πιστεύω στην φιλία, γιατί το ξέρω πως, όσο μεγαλώνω, αποδεικνύω ότι ούτε εγώ μπορώ να είμαι ακέραιος απέναντι σε αυτό το μαγευτικό ιδανικό που έχω εγώ στο μυαλό μου σαν “φιλία”. Και γιατί, αργά η γρήγορα, όλα φθείρονται. Ακόμη και το νοιάξιμο. Εδώ, στην λίστα μου με τους ανθρώπους που νοιάζονται για μένα, ακόμη και το όνομα της κοπέλας μου, νομίζω με το ζόρι μπήκε.

👉 Θέλεις περισσότερα άρθρα σαν κι αυτό;

Γράψου στην Checklist για να έρχεται ένα νέο άρθρο κάθε δύο εβδομάδες κατευθείαν στο email σου.