Skip to content
Le Pont de l' Europe από τον <a href="https://en.wikipedia.org/wiki/Gustave_Caillebotte">Gustave Caillebotte. Ένα έργο που αντιπροσωπεύει την φιλοσοφία των flaneur.
Le Pont de l' Europe από τον Gustave Caillebotte. Ένα έργο που αντιπροσωπεύει την φιλοσοφία των flaneur.

🤙 Σαν το newsletter... δεν έχει!

Το άρθρο αυτό είναι ένα μικρό κομμάτι από την Checklist, ένα newsletter που βάζει τα πράγματα σε μια σειρά.

Για να διαβάζεις κι εσύ ένα νέο άρθρο κάθε δύο εβδομάδες, με θέμα την παραγωγικότητα, τη διαχείριση χρόνου, τη ζωή στο εξωτερικό και πολλά άλλα, κάνε εγγραφή εδώ:

Το άρθρο είναι διαθέσιμο και σε μορφή podcast. Για να το ακούσετε, κάντε κλικ στον παραπάνω player, ή σε αυτό το link.

Στη ζωή μου, μπορούσα να γίνω καλός φίλος μονάχα με ανθρώπους που **περπατούσαν πολύ **- όπως κι εγώ. Ίσως να ακούγεται λίγο περίεργο, αλλά πραγματικά, πιστεύω πως οι άνθρωποι που «περπατάνε», έχουν μια συγκεκριμένη προσωπικότητα.

Με το «περπατάνε», φυσικά, δεν εννοώ από το σπίτι τους μέχρι το μετρό. Μιλάω για τους ανθρώπους που θα περπατήσουν ακόμη και όταν δεν υπάρχει λόγος - ούτε και συγκεκριμένος προορισμός.

Ποιούς λόγους μπορεί να έχει, λοιπόν, κανείς για να περπατάει "για το περπάτημα το ίδιο"; Τι μπορεί να προσφέρει το να βάζεις το ένα πόδι μετά το άλλο, δεκάδες χιλιάδες φορές τον μήνα;

Και γιατί, εγώ, όταν (πρόσφατα) σταμάτησα να περπατάω καθημερινά, ένιωσα πως άρχισα να χάνω τον ίδιο μου τον εαυτό;

Αυτό που μου στέρησε η "ενηλικίωση"

Μέσα στα τελευταία χρόνια, οι συνθήκες της ζωής μου άλλαξαν (και πάλι) ριζικά: Για πρώτη φορά, αποφάσισα να "εδραιωθώ" σε ένα συγκεκριμένο μέρος, κάνοντας ένα μεγάλο βήμα προς μια "ενήλικη" ρουτίνα.

Δύο βασικές συνθήκες που άλλαξαν με αυτό, είναι:

  • Το ότι για πρώτη φορά μένω σε μια περιοχή-προάστιο, μακριά από το κέντρο μιας πόλης.
  • Το ότι εργάζομαι αποκλειστικά remote, το οποίο κάνει τον πυρήνα της ζωής μου απόλυτα καθιστικό. Οπότε, χωρίς τους ενδιαφέροντες δρόμους της πόλης για να εξερευνήσω, και με τη δουλειά μου να μη με «αναγκάζει» να κουνηθώ από το σπίτι, μέσα στον προηγούμενο χρόνο ένιωσα κάτι μέσα μου να σαπίζει.

Ένιωθα πως το μυαλό μου ήταν καλυμμένο με μια ομίχλη. Οι μέρες και οι νύχτες ήταν μπλεγμένες μεταξύ τους σαν ένα ζυμάρι πάνω στο οποίο είχα κολλήσει κι εγώ - και κάθε εβδομάδα που περνούσε, δεν είχε καμία διαφορά από την προηγούμενη.

Και ας μη μιλήσω για το θέμα των κιλών: Ήταν η πρώτη μου φορά, που ακόμη και με μια σκληρή διατροφή των 1600 θερμίδων, η ζυγαριά δεν κουνιόταν ούτε γραμμάριο.

Όμως, ήταν λογικό: Τις μέρες μου τις περνούσα πια ακίνητος. Τα πρωινά μπροστά από έναν υπολογιστή και τα βράδια οριζοντιοποιημένος στον καναπέ. Καμία σύγκριση, δηλαδή, με μια νορμάλ μέρα από το 2018, τότε που έκανα κατά μέσο όρο 10.000 βήματα τη μέρα (τουλάχιστον 300 έξτρα θερμίδες καμένες δηλαδή) εξερευνώντας την πόλη του Βερολίνου, με το μυαλό μου να γεμίζει με αμέτρητα ερεθίσματα.

Οι νέες συνθήκες, λοιπόν, είχαν δηλητηριάσει τόσο το σώμα, όσο και την ψυχή μου. Και όταν κατάλαβα ότι πλησίαζα επικίνδυνα τον συναισθηματικό πάτο, αποφάσισα να πάρω δραστικά μέτρα: Να βγω ξανά εκεί έξω, στον πραγματικό κόσμο, και να τον περπατήσω.

Η ρετσινιά του "περιπατητή"

Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί οι Έλληνες δεν περπατούν πολύ;

Ίσως να φταίνε οι κακές συνθήκες των πεζοδρομίων και των πόλεών μας. Που, οι δεύτερες, σε μεγάλο βαθμό είναι τσιμεντοποιημένες και άσχημες, χωρίς πολλά όμορφα και ανοιχτά σημεία.

Αυτά τις περισσότερες φορές, ισχύουν, μα δεν νομίζω πως είναι ο αληθινός λόγος. Στην πραγματικότητα, για τον μέσο Έλληνα, το περπάτημα κουβαλάει μια "ρετσινιά".

Στην επαρχία, ας πούμε, ακόμη και αν περπατήσεις από το σπίτι σου μέχρι το κοντινό καφέ της πλατείας, είτε θα σε περάσουν για τον τρελό-του-χωριού, είτε για άφραγκο, αφού η νόρμα είναι να βγαίνεις πάντα με το καλογυαλισμένο σου αμάξι (αλλιώς γιατί σκατά το αγόρασες;!)

Αλλά ακόμη και στις Ελληνικές πόλεις, η εικόνα του "περιπατητή" είναι συνυφασμένη με τον "αργόσχολο". «Πως γίνεται να έχει τόσο χρόνο αυτός ο τύπος;» θα αναρωτιούνται όλοι. «Δεν έχει καμιά δουλειά να κάνει;»

Στην Ελλάδα είμαστε μια κοινωνία 100% των εντυπώσεων - σε σημείο που "κοροϊδεύουμε" ακόμη και τους εαυτούς μας. Στη Θεσσαλονίκη, ας πούμε, θα δείτε παντού κόσμο να βιάζεται, να πετάγεται μπροστά από κινούμενα αυτοκίνητα (ενώ παραδίπλα έχει διάβαση με φανάρι) απλώς γιατί "δεν προλαβαίνουν" να περιμένουν το πράσινο. Κι αν παρατηρήσουμε τον μέσο Έλληνα στην (εκτός σπιτιού) καθημερινότητά του, εύλογα θα αναρωτηθούμε: «Τι σκατά το τόσο επείγον έχει να κάνει και βιάζεται;»

Η απάντηση είναι "τίποτα". Απλώς, επειδή όλοι νοιάζονται για το πως φαίνονται στους άλλους, κάνουν ακριβώς ότι χρειάζεται για να «μοιάζουν» σαν να κάνουν κάτι σημαντικό.

Γι' αυτό και το απλό περπάτημα στην πόλη, αυτό που δεν έχει κανένα σκοπό, πηγαίνει κόντρα σε κάθε τι νεο-Ελληνικό. Και ίσως αυτή να είναι και μια από τις μικρές ψυχολογικές ικανοποιήσεις που μου δίνει: Πως κάθε μου ξέγνοιαστο βήμα, αποτελεί μια έμμεση μούτζα προς την τριγύρω σαπίλα.

Αλλά υπάρχει και ένας ακόμη λόγος που ο κόσμος δεν περπατάει: Το ότι δεν θέλουν να έρθουν σε επαφή με τον εαυτό τους και να σκεφτούν καθαρά, χωρίς τρίτες παρουσίες και φίλτρα.

Ότι δεν θέλουν να παρατηρήσουν τη θέση τους ανάμεσα στον περίπλοκο οργανισμό της πόλης. Ότι δεν θέλουν να ζουν στο τώρα, στο παρόν. Γιατί το περπάτημα, προσφέρει ακριβώς αυτά. Όμως, αυτό το θέμα θα το συζητήσουμε αργότερα...

Το είδος των ανθρώπων που περπατούν

Πάντως, δεν είμαι ο μόνος (τρελός) που σκέφτεται έτσι - και περπατάει. Ακόμη και ανάμεσα στο Ελληνικό χάος, υπάρχουν αρκετοί που περπατούν για την χαρά του περπατήματος. (Πέραν από τα προφανή "παππούδια")

Για αυτούς τους ανθρώπους υπάρχει και ένας Γαλλικός όρος: Ο Flaneur. Σημαίνει κυριολεκτικά "περιπατητής", και αναφέρεται στο είδος ανθρώπου που κινείται ανάμεσα στους δρόμους της ζωντανής πόλης, εξερευνώντας τη και παρατηρώντας τους ανθρώπους της. (Trivia: Μια άλλη αντίστοιχη λέξη είναι το Boulevardier, που και πάλι σημαίνει "αυτός που περπατάει στους δρόμους". Το ίδιο όνομα έχει και ένα κλασικό κοκτέιλ-παραλλαγή του Negroni, όπου αντί για gin βάζουμε ουίσκι.)

Αν και το να αυτο-αναφερθεί κανείς ως "flaneur" μου φαίνεται πολύ cringe. Εμένα, απλώς μου αρέσει να περπατάω. Και απλώς τυχαίνει να υπάρχει και μια Γαλλική λέξη για το στερεότυπο.

Όμως, μίλησα προηγουμένως και για τη σχέση του περπατήματος με την "καθαρή σκέψη" και την ψυχή. Εδώ έχουμε δύο κομμάτια.

Το πρώτο είναι η δημιουργικότητα.

Κοιτάξτε: Δεν θέλω να υπονοήσω ότι όποιος περπατάει είναι διάνοια. Όμως δεν είναι ψέμα το ότι πολλά μεγάλα πνεύματα έχτισαν το πνευματικό τους έργο περπατώντας. (Φυσικά, είμαι σίγουρος ότι υπήρξαν κι άλλα τόσα "μεγάλα πνεύματα" που λάτρευαν τον καναπέ τους).

Μερικά χτυπητά παραδείγματα: Ο Steve Jobs, που σκέφτονταν τα επόμενά του προϊόντα κάνοντας μεγάλες βόλτες στο Palo Alto. Ο Thoreau, που έγραψε ολόκληρο βιβλίο βασισμένο στις βόλτες του γύρω από τη λίμνη Walden. Ο Νίτσε που δεν έχανε ευκαιρία να μιλήσει για τους πεντάωρους περιπάτους του. Ο Kierkegaard (που παρεμπιπτόντως, αν βρεθείτε στην Κοπεγχάγη, υπάρχει μια εξαιρετική βόλτα τριγύρω και μέσα στο νεκροταφείο που βρίσκεται ο τάφος του). Ο Beethoven, ο Goethe, ο Charles Dickens...

Όλους αυτούς τους βαθιά δημιουργικούς ανθρώπους, κανένας μας δεν θα τολμούσε να τους πει "αργόσχολους". Κι όμως, οι περισσότεροι από εμάς δεν κάνουμε εύκολα αυτή τη σύνδεση με το περπάτημα και τη δημιουργικότητα.

Για μένα, όμως, είναι ξεκάθαρο πως πάνε πακέτο - και θα προσπαθήσω να εξηγήσω το γιατί.

Πιστεύω βαθιά πως η (τυπική) σημερινή ζωή ενός ανθρώπου, είναι αφύσικη. Βλέπετε, το σώμα μας και όλες οι διαδικασίες του μυαλού μας, φτιάχτηκαν για να λειτουργούν κινούμενες μέσα στον πραγματικό κόσμο, ανάμεσα σε αμέτρητα ερεθίσματα.

Ε, συγκρίνετε αυτό το ιδανικό με τη σημερινή καθημερινότητα: Μια επαναλαμβανόμενη ρουτίνα, με το σώμα μας ακίνητο μέσα σε σταματημένα αυτοκίνητα, για να πάμε σε καθιστικές δουλειές θαμμένες στα πνιγηρά τσιμέντα της πόλης. Κι εκεί, πολλές φορές, να κοιτάζουμε (ακίνητοι) μια οθόνη στα δεκαπέντε εκατοστά απόσταση για οχτώ ώρες, πριν επιστρέφουμε στη φυλακή του μικρού μας σπιτιού για να κοιτάζουμε ξανά μια οθόνη (τώρα στα δέκα εκατοστά)...

Αυτή είναι η τυπική σημερινή ζωή, που μοιάζει με ένα κλουβί του σώματος και της ψυχής. Όμως, η αληθινή ζωή και η δημιουργικότητα θέλουν κίνηση, μυρωδιές, εξερεύνηση, πρόσωπα άγνωστων ανθρώπων, εικόνες από θάλασσες, λίμνες και ανοιχτούς ουρανούς.

Ε, όλα αυτά τα τυχαία ερεθίσματα μιας πόλης και του "έξω", είναι ακριβώς το "χάος" που χρειάζεται το μυαλό μας σαν "σπόρους" για νέες σκέψεις και ιδέες - και όχι τη νεκρική στασιμότητα ενός άδειου σπιτιού.

Και μετά φτάνουμε στο δεύτερο κομμάτι της σχέσης του περπατήματος με την ψυχή: Στην παρουσία μας στο εδώ-και-το-τώρα. Στο να ζούμε, δηλαδή, συνειδητά στη στιγμή.

Το περπάτημα μέσα στη ζωντανή πόλη, ή ανάμεσα στην όμορφη φύση, σου δίνει στο πιάτο μια γερή μερίδα από παρόν. Είναι όλα αυτά τα ερεθίσματα που λέω ξανά και ξανά - σε αντίθεση με τη ρουτίνα, στα ίδια δωμάτια και τα ίδια μέρη, όπου το μυαλό μας μαθαίνει να "φιλτράρει" τις επαναλαμβανόμενες λεπτομέρειες και ουσιαστικά να τις διαγράφει. Δεν ακουμπάνε καν συνείδηση οι στιγμές, πως το λένε. Γι' αυτό και μέσα στις ρουτίνες, νιώθουμε πως ακόμη και οι μήνες περνούν σαν μέρες.

Όταν, όμως, βγαίνεις εκεί έξω και περπατάς, εφόσον το κάνεις συνειδητά, γίνεσαι κι εσύ κομμάτι της ίδιας της ζωής. Εφόσον (επαναλαμβάνω) κάνεις τη συνειδητή επιλογή να παρατηρείς, τότε ο κόσμος σου δίνει απλόχερα αμέτρητα γεγονότα και λεπτομέρειες σαν ορόσημα για να καταλαβαίνεις τη θέση σου στο τώρα.

Όλο αυτό, είναι μια απλή και λαϊκή μορφή, όλων των new-age προσταγμάτων για awareness meditation και τα λοιπά. Αλλά, στην προκειμένη, σε εντελώς προσγειωμένη μορφή - απλώς βγαίνοντας εκεί έξω και περπατώντας.

Το να "γειώνεται" κανείς στο παρόν είναι ένα απαραίτητο εργαλείο για να απομακρυνθεί κανείς από εμμονικές σκέψεις και φοβίες που μέσα στους κλειστούς τοίχους φαίνονται τεράστιες.

Είναι κάτι τόσο απλό, αλλά αμέσως βάζει τα περισσότερά μας προβλήματα αμέσως στο σωστό perspective. Περπατώντας μέσα στην πόλη και παρατηρώντας τα αμέτρητα πράγματα που συμβαίνουν τριγύρω μας (είτε εμείς βρισκόμαστε εκεί, είτε όχι) αμέσως τα δικά μας προβλήματα φαίνονται αρκετά μικρά.

Και τέλος, είναι και που όταν το σώμα μας κινείται, το υποσυνείδητό μας απελευθερώνεται και αφήνει ελεύθερη τη ροή των σκέψεων μας. Έτσι, μας δίνεται ο αέρας για να οραματιστούμε νέες ιδέες και να φιλοσοφήσουμε τη φάση μας.

Είναι μαγικό το πόσο "καθαρίζει" η σκέψη μας, μετά από μια απλή βόλτα με τα πόδια.

Πως έβαλα (ξανά) το περπάτημα στη ζωή μου

Για να επιστρέψουμε, όμως, στα πρακτικά: Tι ακριβώς έκανα εγώ για να επαναφέρω τον εαυτό μου στη ζωή του "περιπατητή" - και τι αποτέλεσμα είχε;

Αρχικά, προσπάθησα να βγαίνω για περπάτημα κάθε πρωί, πριν τη δουλειά: Πριν από αυτό, περπατούσα σποραδικά, μονάχα κάποια απογεύματα μετά τη δουλειά. Τον χειμώνα, όμως, το απόγευμα ήταν ήδη νύχτα, και ακόμη και όταν έβγαινα τότε για ένα περπάτημα, το ότι βρισκόμουν συνέχεια μέσα στο σκοτάδι μου προκαλούσε ένα πνίξιμο.

Τότε κατάλαβα πως χρειαζόμουν επαφή με το φυσικό φως. Έτσι, κάθε πρωί, ξεκίνησα να πηγαίνω για ένα περπάτημα μέχρι την Τούμπα. Με την κίνηση στον δρόμο και στα πεζοδρόμια, το περιβάλλον είναι σίγουρα πολύ πιο σπαστικό από τις ήρεμες νυχτερινές μου βόλτες, αλλά τουλάχιστον το φως με βοηθάει να ξυπνήσω και μου δίνει μια σημαντική εναλλαγή κόντρα στη μετέπειτα κλεισούρα της δουλειάς μου. Και στην τελική, αν το θέλω, μπορώ να διαλέξω πιο ήσυχους δρόμους...

Αλλά πέραν από την απαραίτητη βιταμίνη D, εκείνο το ήσυχο πρωινό μισάωρο, μου δίνει όλο τον απαραίτητο χρόνο για να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά: Σκέφτομαι το τι έχω να κάνω μέσα στη μέρα και φτιάχνω ένα πλάνο δράσης. Το φιλοσοφώ για διάφορα ζητήματα που με τρώνε, κάνοντας τις απαραίτητες «εσωτερικές» κουβέντες, και όταν, αργότερα, έρθει η ώρα για τα πρώτα meetings της ημέρας, νιώθω έτοιμος να συναναστραφώ με άλλους ανθρώπους.

Και το δεύτερο κομμάτι της δράσης μου: Αντί να γκρινιάζω που η «ήρεμη» περιοχή μου είναι πολύ μονότονη, αποφάσισα, όποτε θέλω κάτι διαφορετικό, να παίρνω απλώς το αμάξι και να οδηγώ δεκαπέντε λεπτά μέχρι τη Νέα Παραλία και από εκεί να περπατάω μέχρι τον Λευκό Πύργο (ή αν γουστάρω, να χάνομαι μέσα στα κοντινά δρομάκια της πόλης).

Πολλές φορές, αυτή είναι και μια καλή ευκαιρία να βγάλω το τηλέφωνο και να μιλήσω με την οικογένειά μου, ή με φίλους που μένουν μακριά και τα λέμε μια στο τόσο. Αλήθεια, με ένα-δύο τηλεφωνήματα, μια ολόκληρη ώρα περπατήματος περνάει σαν δεκάλεπτο.

Το μόνο που ίσως ακόμη μου λείπει, είναι τα μακρινά περπατήματα που έκανα "ζωντανά" με καλούς μου φίλους, και όχι μέσα από τηλέφωνα. Με αυτούς που στην εισαγωγή είπα πως σαν κι εμένα «γουστάρουν να περπατάνε».

Γιατί, αν υπάρχει ένα πράγμα συγκρίσιμο με την μαγεία του μοναχικού περπατήματος, είναι το περπάτημα με έναν καλό φίλο. Κάτι προκαλεί η όλη συνθήκη, που δίνει έναν μοναδικό «αέρα» για να ανοιχτεί ο ένας στον άλλον, και να γίνουν οι καλύτερες κουβέντες.

Πως να εξερευνήσεις τη δική σου πόλη (και τον εαυτό σου) περπατώντας

Αν θέλω να καταλήξω σε ένα πράγμα, είναι πως πολλά από τα προβλήματα του μυαλού μας, έχουν μια πολύ εύκολη (και δωρεάν) λύση: Την πραγματική επαφή με τον εκεί έξω κόσμο. Και το περπάτημα είναι ο απλούστερος τρόπος για αυτό.

Αλλά και να αφήσουμε τα "περί ψυχολογίας" στην άκρη, το περπάτημα είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξερευνήσεις την πόλη σου, αλλά και κάθε άλλη. Θεσσαλονίκη, Γιάννενα, Αθήνα, Πάτρα, Βερολίνο, Τόκιο.

Αυτές είναι μερικές από τις πόλεις τις οποίες πραγματικά "όργωσα", κάνοντας διαδρομές πολλών χιλιομέτρων, για ώρες ολόκληρες, μόνος ή με παρέα, μαθαίνοντας πραγματικά τη δομή τους και τον αέρα τους, και κάνοντάς τες πραγματικά κομμάτι των εμπειριών μου. Μόνο έτσι μπορείς να τις γνωρίσεις πραγματικά. Μόνο αν τις περπατήσεις για ώρες και σου επιτρέψεις να χαθείς ανάμεσα στα άγνωστα στενάκια τους.

Ο χάρτης μιας πολύ μεγάλης διαδρομής περπατήματος στο Τόκιο

Εξήγηση της εικόνας: Στο ταξίδι μου στο Τόκιο, πριν από μερικά χρόνια, ήταν βράδυ, και είχαμε ήδη περπατήσει καμιά 20-αριά χιλιόμετρα μέσα στην πόλη με το φιλαράκι μου. Ε, όπως πήραμε το τρένο από Shinjuku (καράκεντρο) για το Airbnb μας κοντά στον σταθμό Kita-Akabane, κάπου προς το (υποθετικό) τέλος της διαδρομής, είπαμε να κατέβουμε και να το πάρουμε με τα πόδια.

Τελικά, ακόμη κι αν το Google Maps έλεγε πως είχε ακόμη δύο στάσεις, οι στάσεις κατέληξαν να έχουν απόσταση τριών χιλιομέτρων η καθεμία μεταξύ τους. Α, και ήταν σχεδόν μεσάνυχτα, που σημαίνει ότι ήταν το τελευταίο τρένο. Τελικά, καταλήξαμε να περπατήσουμε ακόμη 7 χιλιόμετρα, μεταμεσονύκτια - και ειλικρινά "τα παίξαμε".

Όμως, και πάλι ειλικρινά, είδαμε κάτι σημεία της πόλης που δεν θα τα βλέπαμε αλλιώς. Και σπαταλήσαμε και καμιά ώρα σε ένα τεράστιο Don-Quijote που πετύχαμε στη μέση του πουθενά (που ήταν ανοιχτό 24 ώρες).

Στην εικόνα, βλέπετε ακριβώς τη διαδρομή που περπατήσαμε._

Για αυτό και πέραν από το ψιλο-κριτζαριστικό "flaneur", υπάρχει και άλλη μια λέξη. Μια που μου αρέσει περισσότερο: Wanderlust. Που σημαίνει: "λαχτάρα για εξερεύνηση" και που για μένα, αντιπροσωπεύει τους μισούς από τους λόγους για τους οποίους επιλέγω να περπατάω.

Εάν, λοιπόν, ανήκεις και εσύ στους ανθρώπους που κάποτε περπατούσαν, αλλά το σταμάτησαν, θέλω απλώς να σου θυμίζω το τι χάνεις. Κι αν πάντοτε ένιωθες πως έχεις αλλεργία στο περπάτημα, ίσως αυτό το άρθρο να γίνει η αφορμή για να το δοκιμάσεις.

Και ειδικά για τη δεύτερη κατηγορία, θα κλείσω, με μερικά χρήσιμα tips από τον "παλιό":

  • Θυμήσου πως το περπάτημα "είναι" αλλά και "δεν είναι" γυμναστική: Θέλω να πω, όταν περπατάς, δεν πας να κερδίσεις κάποιον διαγωνισμό βάδην. Όχι πως είναι κακό να βάζεις στόχους, ούτε πως δεν σε κρατάει σωματικά υγιή, αλλά αυτό που θα σου κάνει καλό στην ψυχή σου, είναι η διαδικασία η ίδια, ανεξαρτήτως απόστασης ή ρεκόρ. Οπότε, δώσε τον χώρο στον εαυτό σου να το κάνει χωρίς κάποιον συγκεκριμένο στόχο, αλλά σαν ένα από τα λίγα πράγματα στη ζωή σου που γίνονται απλώς "για το γαμώτο". Κι ας είναι λίγο "χασομέρικο", αν θες να το πούμε έτσι. Γιατί τώρα τελευταία έχουμε πήξει από "στόχους" και "παραγωγικότητα".
    • Παρόλα αυτά, αν θες να βάλεις κάποιον στόχο ως αναφορά, γύρω στα 8.000 βήματα είναι ένα σεβαστό ποσό για έναν καθημερινά μέσο όρο βημάτων.
    • Από την άλλη, μην υποτιμάς καθόλου το πόσες θερμίδες μπορεί να κάψει ένα καλό περπάτημα της μιάμισης ώρας. Ειδικά αν το κάνεις καθημερινά.
  • Ντύσου αρκετά άνετα ώστε να μη σε χαλάει να περπατάς για ώρα, αλλά όχι τόσο αθλητικά που να μοιάζεις σαν μαραθωνοδρόμος: Πατώντας στο προηγούμενο, αν σκοπός σου είναι να γίνεις πραγματικό κομμάτι της πόλης και να την παρατηρήσεις εκ των έσω - και όχι να είσαι ο crossfitter που βγήκε για την απογευματινή του προπόνηση - αρκεί απλώς να βάλεις το τζινάκι σου και μια κανονική ζακέτα. Το outfit και μόνο θα σου βάλει ένα όριο στο πόσο hardcore θα πάρεις το αθλητικό κομμάτι του περπατήματος. Αλλά και το να είσαι ντυμένος "κανονικά", το κάνει εύκολο να μπεις και σε ένα μαγαζάκι που είδες και σου άρεσε, καθώς περπατάς, για να πιεις έναν καφέ η μια μπυρίτσα.
    • Παπούτσια, πάντως, κοίτα να φορέσεις άνετα.
  • Δοκίμασε να περπατήσεις με (καλή) παρέα: Μην υποτιμάς καθόλου το πόσο γρήγορα μπορεί να περάσουν "δύο ώρες" περπατήματος, αν βρίσκεσαι σε κάποιο ενδιαφέρον σημείο ή αν έχεις καλή παρέα.
  • Τόλμησε να ακολουθήσεις δρόμους που δεν περπάτησες ποτέ: Αυτό είναι και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του περπατήματος. Το να μαθαίνεις πραγματικά κάθε κρυφή γωνιά μιας πόλης. Οπότε, ακόμη κι αν βρεις μια καλή διαδρομή, μην "κολλάς" σε αυτή. Κάθε φορά που βλέπεις ένα ενδιαφέρον στενάκι, ή μια κατεύθυνση που ποτέ δεν έχεις πάρει, δοκίμασε να κάνεις ένα βήμα προς τα εκεί και να το εξερευνήσεις.
  • Ταυτόχρονα, έχε κοινή λογική και μείνε σε περιοχές που είναι σχετικά ασφαλείς: Αν πρέπει να κοιτάζεις συνέχεια πίσω σου ή να κουβαλάς περίστροφο, τότε δεν νομίζω πως το περπάτημα θα κάνει και πολύ καλό στην ψυχή σου.
  • Προσπάθησε να περπατάς χωρίς ακουστικά στα αυτιά: Από τη μία, το περπάτημα με ακουστικά μπορεί να είναι επικίνδυνο, αφού χάνεις την επαφή με το περιβάλλον σου, και μπορεί να σε πατήσει κανένα αμάξι ή να σου την πέσουν τίποτα κλέφτες. Και, από την άλλη, η πόλη έχει αμέτρητους δικούς της ήχους για να ακούσεις, και δεν θέλεις να τους φιλτράρεις ακούγοντας τις ίδιες μουσικές που μπορείς να ακούς και στο σπίτι σου. Η μισή χαρά του περπατήματος στην πόλη, είναι ακριβώς το να ακούς τους ήχους της.
    • Από την παρα-άλλη, όμως, σε κάποιες συγκεκριμένες, ευθείες και σίγουρες διαδρομές, όπως πχ. στην Παραλία της Θεσσαλονίκης, μια καλή Spotify playlist μου έχει φτιάξει εξαιρετικά κάποιες από τις βραδιές μου, και έκανε τη μιάμιση ώρα του περπατήματος να μου φανεί σαν εικοσάλεπτο.

👉 Θέλεις περισσότερα άρθρα σαν κι αυτό;

Γράψου στην Checklist για να έρχεται ένα νέο άρθρο κάθε δύο εβδομάδες κατευθείαν στο email σου.